Περιοχές καλλιέργειας
Λευκή ποικιλία πιθανότατα αφρικανικής καταγωγής, η οποία καλλιεργείται ευρύτατα σε ολόκληρο τον κόσμο για την παραγωγή επιτραπέζιων σταφυλιών, κρασιού και σταφίδας. Στην Ελλάδα καλλιεργείται κυρίως στη Λήμνο, αλλά και σε ορισμένα νησιά του Ιονίου, τη Θεσσαλία, τη Μακεδονία (Θεσσαλονίκη) και τελευταία στη Ρόδο, καταλαμβάνοντας συνολικά μία έκταση περίπου 7.000 στρεμμάτων.
Φυτό
Είναι ζωηρό, γόνιμο, παραγωγικό, πολύ ανθεκτικό στην ξηρασία και ευαίσθητο στις ιώσεις, τον περονόσπορο, το ωίδιο, τους χειμωνιάτικους παγετούς και την ανθόρροια (ιδίως όταν επικρατούν χαμηλές θερμοκρασίες και βροχές την περίοδο της ανθοφορίας). Στην περίπτωση που ανθορροεί, το ποσοστό καρπόδεσης αυξάνει αν κορυφολογηθεί αυστηρά στην αρχή της ανθοφορίας. Παρουσιάζει καλή συγγένεια με τα περισσότερα υποκείμενα που έχουν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν, καθώς και με αυτά που χρησιμοποιούνται σήμερα στην Ελλάδα. Διαμορφώνεται σε κύπελλο και γραμμικό αμφίπλευρο κορδόνι (Royat), οπότε δέχεται κλάδεμα κοντό στα 2 μάτια ή σε Guyot (αμολυτή) στα πολύ γόνιμα εδάφη, όπου έχει ανάγκη να κλαδευτεί μακριά. Ξεκινά τη βλάστηση στις Αρχές Απριλίου και ωριμάζει μέσα Σεπτεμβρίου. Κάθε καρποφόρα κληματίδα φέρνει 2-3 σταφύλια μέτρια ως μεγάλα, που ξεπερνούν τα 450 gr., κυλινδροκωνικά, αραιόρραγα. Οι ράγες είναι μεγάλες, 6 gr., ελλειψοειδείς, με φλοιό αρκετά λεπτό, λευκοκίτρινου χρωματισμού, και σάρκα γλυκιά, μοσχάτη, με 2 συνήθως μέτρια γίγαρτα. Οι ράγες αποτελούν το 97,3 % του βάρους των σταφυλιών, ενώ οι φλοιοί με τα γίγαρτα το 6,8 % του βάρους των ραγών.
Προϊόν
Το Μοσχάτο Αλεξανδρείας δίνει ξηρά κρασιά υψηλόβαθμα, μέτριας ως καλής οξύτητας, με λεπτό, μοσχάτο άρωμα, που οξειδώνονται γρήγορα, για αυτό και θέλει προσοχή στην οινοποίηση, καθώς και θαυμάσια γλυκά κρασιά. Από την ποικιλία αυτή παράγονται τα γλυκά κρασιά Ελεγχόμενης Ονομασίας Προελεύσεως "Μοσχάτος Λήμνου" και τα ξηρά, ημίξηρα και ημίγλυκα κρασιά Ονομασίας Προελεύσεως "Λήμνος".