Περιοχές καλλιέργειας
"Γκρι" ποικιλία, καλλιεργούμενη στην Πελοπόννησο, στους νομούς Αρκαδίας, Μεσσηνίας, Λακωνίας, και σποραδικά στη Λευκάδα, στη Ζάκυνθο, την Πρέβεζα, στην Μαγνησία, και τελευταία, στη Φλώρινα. Πρόκειται για ποικιλία που εμφανίζει έντονη παραλλακτικότητα.
Φυτό
Είναι ζωηρό, εύρωστο, παραγωγικό, ευαίσθητο στον περονόσπορο και τις ιώσεις και σχετικά ανθεκτικό στην ξηρασία. Εμφανίζει ανθόρροια όταν καλλιεργείται σε πολυ γόνιμα εδάφη, σε συνθήκες αυξημένης ζωηρότητας, και όταν επικρατούν βροχοπτώσεις και χαμηλές θερμοκρασίες στην περίοδο της άνθησης. Παρουσιάζει καλή συγγένεια με τα περισσότερα υποκείμενα που έχουν χρησιμοποιηθεί στο παρελθόν, καθώς και με αυτά που χρησιμοποιούνται σήμερα στην Ελλάδα. Διαμορφώνεται σε κύπελλο και γραμμικό αμφίπλευρο κορδόνι (Royat) και δέχεται κλάδεμα κοντό στα 2-3 μάτια. Προτιμά εδάφη μέσης μηχανικής σύστασης, ασβεστώδη, μέσης γονιμότητας. Ξεκινά τη βλάστηση στα μέσα Απριλίου και ωριμάζει τέλη Σεπτεμβρίου με αρχές Οκτωβρίου. Κάθε καρποφόρα κληματίδα φέρνει 1-2 σταφύλια μέτρια ως μεγάλα, που ξεπερνούν τα 450 gr., Κυλινδροκωνικά, κανονικής πυκνότητας. Οι ράγες είναι μέσου μεγέθους, 3 gr., σφαιρικές, με φλοιό παχύ, ερυθροϊώδους χρωματισμού (για το Ξανθοφίλερο και το Ασπροφίλερο περισσότερο ή λιγότερο αντίστοιχα λευκορόδινου χρωματισμού) και σάρκα μαλακή, με 2-3 μέτρια γίγαρτα. Οι ράγες αποτελούν το 97 % του βάρους του σταφυλιού ενώ οι φλοιοί με τα γίγαρτα το 3,5 % του βάρους των ραγών.
Προϊόν
Ανάλογα με το βιότυπο, το Μοσχοφίλερο μπορεί να δώσει κρασιά υψηλού αλκοολικόυ τίτλου (Μαυροφίλερο) ως μετρίου (Ξανθοφίλερο-Ασπροφίλερο), καλής οξύτητας (Μαυροφίλερο) ως μεγάλης (Ξανθοφίλερο-Ασπροφίλερο), με πλούσιο αρωματικό δυναμικό (Μαυροφίλερο) ως φτωχό (Ξανθοφίλερο-Ασπροφίλερο). Από το Μοσχοφίλερο παράγονται οι λευκόι ξηροί οίνοι Ονομασίας Προελεύσεως "Μαντινεία", ορισμένοι Τοπικοί Οίνοι (Μεσσηνιακός, Πελοποννησιακός), καθώς και ορισμένα φυσικά αφρώδη και άλλα κοινά επιτραπέζια κρασιά.